Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Συνέντευξη στη LIFO περί Ευρωπαϊκής ακροδεξιάς και Χρυσής Αυγής

LIFO.GR


Να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: στο βιβλίο σας μιλάτε για στάδια, για κύματα της άκρας δεξιάς. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό το θέμα.

Εμείς, οι μελετητές του φαινομένου της άκρας δεξιάς, θέτουμε ένα γενέθλιο έτος. Αυτό, φυσικά, είναι μια σύμβαση, αλλά λέμε ότι μελετάμε το φαινόμενο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, δηλαδή μια περίοδο κατά την οποία η Δημοκρατία γίνεται μια πραγματικότητα μέσα στον δυτικό κόσμο. Βέβαια, υπήρχαν πιο πριν οι ολοκληρωτισμοί, ο ιστορικός φασισμός και ο ναζισμός, η όλη αντίδραση στο νέο καθεστώς το οποίο δημιουργείται με τη Γαλλική Επανάσταση – μιλάμε για τους υπερασπιστές του ancien régime, που είναι και αυτοί υπερασπιστές της συγκεκριμένης κουλτούρας. Και μπορούμε να το ζητήσουμε αυτό ακόμα πιο πίσω, στο ρεύμα του αντιδιαφωτισμού. Είναι σαν μια συνέχεια. Αλλά το τέλος του πολέμου βάζει μια τομή και έτσι, μέσα σε έναν δημοκρατικό κόσμο, υπάρχει ένας αντιδημοκρατικός θύλακας ή ένα οριακό περιθώριο. Από το 1946 και μετά, οπότε έχουμε το πρώτο μόρφωμα της ακροδεξιάς στην Ιταλία, το ιταλικό κοινωνικό κίνημα, μέχρι και σήμερα βλέπουμε πολλές φάσεις αυτού του φαινομένου. Είναι εύλογο το ότι η Χρυσή Αυγή είναι μια ιδιαίτερη εκδοχή της ή ο δεξιός τομέας στην Ουκρανία, λόγου χάρη. Είναι κάτι διαφορετικό από την Εθνική Συμμαχία που υπάρχει στην Ιταλία ή από το Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν ή το κόμμα της Ελευθερίας στην Αυστρία. Η έννοια «άκρα δεξιά» είναι μια ομπρέλα. Οι Αγγλοσάξωνες την ονομάζουν «farright» και μέσα εκεί θέλουμε να δούμε τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν. Μιλάμε για διαφοροποιήσεις που γίνονταν και στο πέρασμα του χρόνου, γιατί η άκρα δεξιά στην ουσία έχει κύματα. Είναι διαφορετική τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, που ήταν τα απόνερα του φασισμού, όπου βλέπαμε απροκάλυπτα φασιστικές και ναζιστικές ομάδες οι οποίες προσπαθούσαν να επιβιώσουν. Μετά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 έχουμε μια διαφορετικής εκδοχής ακροδεξιά που προσπαθεί να ενσωματώσει μια κοινωνικοπολιτική διαμαρτυρία κι εμφανίζεται στην πολιτική σκηνή με ατζέντα νεοφιλελεύθερη σε ό,τι αφορά θέματα οικονομικής πολιτικής. Γίνεται τότε ένας ακραίος υπερασπιστής της ελεύθερης αγοράς. Από το 1990 και πέρα έχουμε μια άλλη φάση, το τρίτο κύμα της ακροδεξιάς. Εκεί έχουμε ένα νεολαϊκίστικο φαινόμενο, κατά το οποίο οι μετανάστες βρίσκονται στο επίκεντρο. Αυτό είναι το κυρίαρχο στοιχείο της ατζέντας. Αφήνει πίσω της τα νεοφιλελεύθερα στοιχεία και γίνεται πιο κοινωνική, με θέσεις συγκεκριμένες που απευθύνονται προς ένα πολύ ιδιαίτερο ακροατήριο το οποίο απαρτίζεται μόνο από γηγενείς πολίτες και όχι ξένους, ακόμα κι αν είναι νόμιμα εγκατεστημένοι και πολιτογραφημένοι. Στην πορεία αυτής της εξέλιξης, μετά το 1990 και καθώς μπαίνουμε στον 21ο αιώνα, η άκρα δεξιά θεωρεί πια ότι το μεταναστευτικό στην ολότητά του δεν είναι ένα θέμα που μπορεί να κινητοποιήσει πάρα πολύ. Σε γενικές γραμμές, ο μετανάστης δεν αποτελεί ένα καθαυτό διακύβευμα. Τα κράτη ως ένα σημείο ρυθμίζουν τις σχέσεις τους με τους μετανάστες. Και έτσι στρέφεται η προσοχή στον μουσουλμάνο. Και βοηθάει και η 11η Σεπτέμβρη σε αυτό, καθώς και όλη αυτή η ταύτιση του Ισλάμ με την τρομοκρατία. Άρα, έτσι εξελίσσει η ακροδεξιά αυτό το διακύβευμά της, μέσα από ένα αφήγημα που παραμένει αντικαθεστωτικό και αντισυστημικό. Είναι κατά του πολιτικού κατεστημένου με στοιχεία διαμαρτυρίας, όπου και αν μπορεί αυτή η διαμαρτυρία κάθε φορά να κατευθυνθεί. Σε όλο αυτό το διάστημα, από το 1946 μέχρι σήμερα, έχουμε μορφώματα που ξεφεύγουν από τα γενικά χαρακτηριστικά των κυμάτων που προανέφερα. Ακόμα και την πρώτη περίοδο, ας πούμε, που κυριαρχούσαν τα φασιστικά και ναζιστικά κόμματα, προέκυψαν μορφώματα μιας ακροδεξιάς πιο ήπιας, η οποία ζητούσε μια προσαρμογή στο πολιτικό καθεστώς. Όπως και σήμερα, που έχουμε μια ακροδεξιά που θέλει να παίξει κάποιον ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή – κάνει μια δικτύωση, όπως στις περιπτώσεις της Αυστρίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας με τη Λέγκα. Θέλουν να εμφανιστούν ως μια νέα δύναμη σε επίπεδο Ευρώπης – μια λίγο πιο mainstream κατάσταση σε σχέση με το παρελθόν, μια κανονικοποίηση μιας παλιότερης ακροδεξιάς. Αλλά και πάλι, σε αυτήν τη φάση εμφανίζονται καταστάσεις όπως η Χρυσή Αυγή. Κόμματα που είναι ακραία, ασκούν βία και μας πάνε πίσω στη δεκαετία του 1950, τότε που πραγματικά η ακροδεξιά έκανε τρομοκρατικές δράσεις (βλέπε Ιταλία μέχρι το 1970). Ακολουθούσε μια στρατηγική έντασης, μια μιλίτσια. Η Χρυσή Αυγή το κάνει και σήμερα αυτό. Εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ουκρανία, βλέπουμε αντίστοιχα πράγματα. Και στην Ουγγαρία. Η ακροδεξιά εκεί μοιάζει με τη Χρυσή Αυγή γιατί έχει έναν στρατηγικό τομέα. Είναι ένα ισχυρό κόμμα. Και, βέβαια, στη Γερμανία υπάρχει το NPD, το εθνικό δημοκρατικό κόμμα. Η Χρυσή Αυγή έχει πολλές σχέσεις με αυτό. Είναι ένα κόμμα καθαρά φιλοναζιστικό, βγήκε μέσα από τη μήτρα του γερμανικού ναζισμού με μια αλληλουχία κομματογενέσεων. Υπάρχει από τις αρχές του 1960. Προσπάθησαν να το απαγορεύσουν δύο φορές, αλλά τα στοιχεία δεν ήταν επαρκή ώστε οι θεσμού να το απαγορεύσουν.


Ολόκληρη η συνέντευξη (στους M. HULOT ΚΑΙ ΚΩΣΤΗ ΠΙΕΡΙΔΗ) εδώ:

http://www.lifo.gr/mag/features/4249