ΜΑΘΗΜΑ (σημειώσεις): Δημοκρατικά Συστήματα Διακυβέρνησης (ακαδ. έτος 2010)

Όσα αναγράφονται στη σελίδα αποτελούν στοιχεία από τις παραδόσεις του μαθήματός μου και σκοπό έχουν να βοηθήσουν τους φοιτητές και τις φοιτήτριες που παρακολουθούν το μάθημα στην κατανόηση του αντικειμένου και των θεματικών που αναπτύσσονται προφορικά κατά τις παραδόσεις του μαθήματος. Οποιαδήποτε χρήση του υλικού αυτού από τρίτους απαιτεί έγκριση της διδάσκουσας.
Βασιλική Γεωργιάδου 

Μάθημα 1 (03.03.2010)

 Βασικά σημεία:
•Διάκριση αμεσοδημοκρατικών συστημάτων διακυβέρνησης (το παράδειγμα της Ελβετίας) και αντιπροσωπευτικών συστημάτων διακυβέρνησης (ΜΒ, Ιταλία, ΗΠΑ κλπ). Στα πρώτα οι πολίτες παρεμβαίνουν ενεργητικά στη νομοθετική διαδικασία, ενώ στα δεύτερα ο λαός νομοθετεί μέσω των αντιπροσώπων του. 
•Τα αντιπροσωπευτικά συστήματα διακυβέρνησης διακρίνονται σε κοινοβουλευτικά, προεδρικά και μικτά. 
•Τα διαφορετικά συστήματα διακυβέρνησης καταδεικνύουν τους διαφορετικούς τρόπους (αμέσου ή εμμέσου) ελέγχου της κρατικής εξουσίας. Oι διαφορετικοί τύποι αντιπροσωπευτικών συστημάτων φανερώνουν διαφορές στη σχέση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας: στα κοινοβουλευτικά συστήματα παρατηρείται διασύνδεση/'διασταύρωση' των εξουσιών, στα προεδρικά συστήματα, αντιθέτως, υπάρχει διάκριση των εξουσιών, αλλά και ένα σύστημα "αμοιβαίων ελέγχων και ισορροπιών" (checks and balancies).


•Τα δημοκρατικά συστήματα διακυβέρνησης διακρίνονται, επίσης, σε ανταγωνιστικά/πλειοψηφικά και σε διαπραγματευτικά/συναινετικά. Στα πρώτα κυριαρχεί ο ανταγωνισμός και η αντιθετικότητα των συμφερόντων, στα δεύτερα το "μοίρασμα της εξουσίας" (power-sharing) αποτελεί την κυρίαρχη αρχή.
•Ιστορικο-πολιτισμικές προϋποθέσεις βρίσκονται συχνά πίσω από την υιοθέτηση του ενός ή του άλλου μοντέλου (λ.χ. η μεσοκρατική νοοτροπία των σκανδιναβικών χωρών ευνοεί την υιοθέτηση διαπραγματευτικών αρχών), καθώς και προϋπάρχουσες πολιτικο-ιστορικές παραδόσεις (π.χ. η Μεγάλη Ειρήνευση στην Ολλανδία και ό,τι είχε προηγηθεί σε συγκρούσεις μεταξύ Φιλελευθέρων, Χριστιανών και Σοσιαλιστών).
•Οι τύποι των διαπραγματευτικών δημοκρατιών διακρίνονται: σε εκείνον της συμβιωτικής ή συμφωνικής δημοκρατίας (Αυστρία, Ολλανδία, Ελβετία), στον τύπο της συναινετικής δημοκρατίας (Δανία, εν μέρει Γερμανία) και στον τύπο της νεοκορπορατιστικής δημοκρατίας (Νορβηγία).

• Ανταγωνισμός ή διαπραγμάτευση: ποια δημοκρατία 'είναι καλύτερη' από την άλλη; Υπάρχουν κριτήρια δημοκρατικής ποιότητας και ποια είναι αυτά;


Βασική βιβλιογραφία για τα παραπάνω:
Β. Γεωργιάδου, Η άκρα δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης, Μέρος Β.
F. Lehner & U. Widmaier, Συγκριτική πολιτική, Εισαγωγή.
 _______________________________________________
Μάθημα 2 (10.03.2010)

Βασικά σημεία:

•Δημοκρατία - Εκδημοκρατισμός - Κρίση της Δημοκρατίας

•Η Δημοκρατία 'νίκησε' τους αντιπάλους τους (μοναρχία, απολυταρχία, ολιγαρχία, φασισμό+ναζισμό, κομμουνισμό), αλλά δεν έγινε κυρίαρχη: εξακολουθεί να είναι εύθραυστη, προπάντων σε νεότευκτα δημοκρατικά καθεστώτα· αλλά και στο εσωτερικό των 'παγιωμένων' δημοκρατιών βαθαίνουν οι αντιδημοκρατικές αντιλήψεις (εθνικισμός, φονταμενταλισμός, προκαταλήψεις, ενίσχυση των ιδεολογικο-πολιτικών άκρων, κλπ). 
Εκδημοκρατισμός, αλλά και δημοκρατικά ελλείμματα: δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.


•Ορισμός της κρίσης της δημοκρατίας/του κράτους από τον J. Habermas (Legitimationsprobleme im Spätkapitalismus, 1973): στον ύστερο καπιταλισμό, το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να ανταποκριθεί στην πληθώρα των αιτημάτων που εκδηλώνονται (κρίσεις output/πηδαλιουχικές). Η αδυναμία του αυτή προκαλεί μείωση των αναγκαίων υποστηρίξεων προς το πολιτικό σύστημα (κρίσεις input/νομιμοποίησης).
•Περιγραφή της κρίσης της δημοκρατίας από την 3μερή επιτροπή των Crozier, Huntington & Watanuki (Crisis of Democracy, 1975): "υπερφόρτωση" του πολιτικού συστήματος και αδυναμία ανταπόκρισής του στις απαιτήσεις, ήτοι "ακυβερνησία". Στροφή στη νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση των δεκαετιών 1970/1980.
• Το "δημοκρατικό παράδοξο" (R. Dahl, στο Political Science Quarterly, 115(1)/2000): γενεσιουργός αιτία της κρίσης της δημοκρατίας αποτελεί το αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ δημοκρατικής ιδέας και δημοκρατικής πράξης (της δημοκρατίας ως ενός συστήματος διακυβέρνησης). Η δημοκρατία ως ιδέα διευρύνει τις προσδοκίες και όσο οι προσδοκίες διευρύνονται, τόσο περισσότερες από αυτές μένουν ανεκπλήρωτες.
•Ανάλυση των κριτηρίων της κατά Dahl δημοκρατίας αφενός ως ιδέας και αφετέρου ως συστήματος διακυβέρνησης (R. Dahl, Polyarchy, 1971 & Democracy and its Critics, 1989).

•Εξέλιξη της Δημοκρατίας από τις απαρχές της μέχρι σήμερα: από την αθηναϊκή πόλη-κράτος και τη ρωμαϊκή respublica, στις δημοκρατικές και εξισωτικές παραδόσεις του ting και του allting των Βίκινγκς, μέχρι τη δημοκρατία του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλίου στην Αγγλία. Η δημοκρατία αποτελεί μια εφαρμοσμένη ιδέα που επινοήθηκε άπαξ και μετεξελίχθηκε σταδιακά και με διαφορετικούς τρόπους ή επινοήθηκε πολλές φορές σε διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες και χωρικά πλαίσια; (R. Dahl, Περί Δημοκρατίας, 2001).

•Δημοκρατία και Μετα-δημοκρατία· ανταγωνιστική και αγωνιστική δημοκρατία: προβληματισμοί για την πορεία της δημοκρατικής ιδέας και πράξης σήμερα (βλ. Κράουτς, Μεταδημοκρατία, 2006 & Mouffe, Το Δημοκρατικό Παράδοξο,  2004).

_____________________________
Μάθημα 3 (17.03.2010) (Διδάσκων: καθηγητής Ηλίας Κατσούλης)

Βασικά σημεία:
•Τα δύο "παράδοξα" της Δημοκρατίας:
1) Το "δημοκρατικό παράδοξο": Η δημοκρατία διευρύνει τις προσδοκίες των πολιτών, αλλά υπερφορτώνει το δημοκρατικό πολιτικό σύστημα με απαιτήσεις, στις οποίες αυτό δεν μπορεί να ανταποκριθεί. Ο πολίτης δοκιμάζει απογοήτευση αντιλαμβανόμενος την ύπαρξη δημοκρατικών ελλειμμάτων.
2) Το "παράδοξο της ανάπτυξης": Δεν είναι μόνο οι απαιτήσεις των πολιτών που υπερφορτώνουν το δημοκρατικό σύστημα, αλλά και η θεσμική και λειτουργική υστέρηση της δημοκρατίας απέναντι στη ραγδαία ανάπτυξη της κοινωνίας. 
Θεσμικά και λειτουργικά οι δημοκρατίες του σήμερα δεν διαφέρουν και πολύ από εκείνες της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου. Στις αγγλοσαξωνικπύ τύπου (ανταγωνιστικές) δημοκρατίες το κέντρο της πολιτικής ζωής παραμένει το κοινοβούλιο και ο πρωθυπουργός ή πρόεδρος. Στις δημοκρατίες της ηπειρωτικής Ευρώπης (διαπραγματευτικές δημοκρατίες) κόμματα και εκπροσωπήσεις συμφερόντων μοιράζονται την εξουσία συμπτύσσοντας ένα είδος άτυπου καρτέλ. Οι πολίτες απαιτούν, όμως, μεγαλύτερη συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων, καθώς και στον έλεγχο και τη λογοδοσία της εκλεγμένης εξουσίας.
(βλ. R. Dahl, Περί Δημοκρατίας... Επίσης, Ηλ. Κατσούλη, 'Η απαξίωση των πολιτικών κομάτων και το "παράδοξο της ανάπτυξης"', στο Ηλ.Κατσούλη (επιμ.), Η Νέα Σοσιαλδημοκρατία, Ι. Σιδέρης)


•Πολυ-επίπεδη δομή και άσκηση της εξουσίας:
τοπική - εθνικοκρατική- διεθνική άσκηση της εξουσίας ενώπιον των προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης. Παγκοσμιοποίηση από τη μια μεριά και νέα παγκόσμια προβλήματα από την άλλη (π.χ. το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η κλιματική αλλαγή, αλλά και η πρόσφατη οικονομική κρίση) καθιστούν αναποτελεσματική τη μέχρι τώρα άσκηση της εξουσίας. 
Η παγκοσμιοποίηση οδηγεί στην παγκόσμια διακυβέρνηση (global governance): από τη μια μεριά αποδυναμώνονται τα υπόλοιπα επίπεδα άσκησης της εξουσίας, ιδίως το εθνικοκρατικό· από την άλλη μεριά, ωστόσο,οι συνθήκες παγκόσμιας διακυβέρνησης διεύρυναν το ρόλο των ισχυρών οικονομικά κρατών. Αναφορά στον ρόλο της Ομάδας των G 7/8, καθώς και της Ομάδας των G20, με τη συμμετοχή σε αυτήν και των αναδυόμενων οικονομιών. Αναφορά στον ρόλο και τη δράση των Μη κυβερνητικών Οργανώσεων, η επιρροή των οποίων ολοένα και διευρύνεται στη διεθνή πολιτική σκηνή.
(βλ. Λ. Τσούκαλη, Ποια Ευρώπη, Ποταμός. Ακόμη, S. Strange, Η υποχώρηση του κράτους, Παπαζήση)
 __________________________________________
Μάθημα 4 (24.03.2010)


Βασικά σημεία:
•Αντιπροσωπευτικά συστήματα διακυβέρνησης και αμεσοδημοκρατικά συστήματα διακυβέρνησης: η θεσμική διάσταση των εξουσιών.
Αντιπροσωπευτικά και αμεσοδημοκρατικά συστήματα διακυβέρνησης διέπονται από διαφορετικές αρχές όσον αφορά τη δομή και τον έλεγχο της εξουσίας. Στα πρώτα, το εκλογικό σώμα εκλέγει τους αντιπροσώπους του, οι οποίοι (Βουλή) ασκούν τη νομοθετική εξουσία· στα δεύτερα, η νομοθετική εξουσία ασκείται (και) απευθείας από τους εκλογείς, μέσω των διενεργούμενων δημοψηφισμάτων.

•Όσον αφορά τις σχέσεις νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας στα αντιπροσωπευτικά συστήματα:
-Στα κοινοβουλευτικά συστήματα, καθώς η εκπροσώπηση της λαϊκής κυριαρχίας γίνεται (επί της ουσίας) μόνο από τη Βουλή, δεν υπάρχει διάκριση αλλά διασταύρωση των δύο εξουσιών, ενώ ο έλεγχος των εξουσιών αποτελεί έργο της εκάστοτε αντιπολίτευσης (αναφορά στο παράδειγμα και στον ρόλο της 'σκιώδους κυβέρνησης' στη ΜΒ και αλλού - η συναίνεση μπορεί και πότε να αλλοιώσει τον ελεγκτικό ρόλο της αντιπολίτευσης;). 
Παρά τη διασταύρωση των εξουσιών, σε σημείο που στα αμιγώς κοινοβουλευτικά συστήματα η κυβέρνηση να θεωρείται "επιτροπή του κοινοβουλίου", η τελευταία μπορεί (εκτός κι αν υπάρχει συνταγματική πρόβλεψη περί του αντιθέτου) να διαλύσει τη Βουλή, αλλά και να διορίσει ως μέλη της εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς. Τι σημαίνει για τα κοινοβουλευτικά χαρακτηριστικά των συστημάτων διακυβέρνησης ο διορισμός εξωκοινοβουλευτικών υπουργών;

-Στα προεδρικά συστήματα, καθώς η εκπροσώπηση της λαϊκής κυριαρχίας γίνεται και από τη Βουλή και από τον (άμεσα εκλεγμένο από το εκλογικό σώμα) Πρόεδρο, υφίσταται διάκριση αλλά και θεσμικός ανταγωνισμός των δύο εξουσιών, καθώς και ένα σύστημα ισορροπιών και ελέγχων της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας (checks and balancies).

•Θέμα προς συζήτηση (εν είδει άσκησης): 
Αναφορά στο παράδειγμα της υπερψήφισης -τελικώς- του νομοσχεδίου για την υγεία της αμερικανικής κυβέρνησης του Προέδρου Obama και στις διεργασίες που προηγήθηκαν: γιατί η υπόθεση της κοινοβουλευτικής έγκρισης του νομοσχεδίου αυτού από την Αμερικανική Βουλή των Αντιπροσώπων υπήρξε τόσο αμφίρροπη, ενώ το Δημοκρατικό Κόμμα διαθέτει στο σώμα αυτό ευρεία πλειοψηφία; Τι σημαίνει για την αμερικανική κυβέρνηση η μη υπερψήφιση του νομοσχεδίου της από 35 αντιπροσώπους του κυβερνώντος κόμματος; Τι θα σήμαινε η μη υπερψήφιση ενός (αντιστοίχως κρίσιμου) νομοσχεδίου από ομάδα βουλευτών κυβερνώντος κόμματος σε ένα κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης; Παραλληλισμοί και διαφορές, αλλά και εξήγηση των διαφορών αυτών όσον αφορά τη θεσμική διάσταση των δύο εξουσιών.


Βασική βιβλιογραφία:
Franz Lehner - Ulrich Widmaier,  Συγκριτική Πολιτική (Εισαγωγή..., Μέρος Δεύτερο, κεφ. 1 και 2)
Robert Dahl, Περί Δημοκρατίας (κεφ. 10 και 11). 
_____________________________________________________
Μάθημα 5 (14.04.2010)
Βασικά σημεία:


•Συστήματα διακυβέρνησης προεδρικού τύπου και η σημασία της "διαιρεμένης διακυβέρνησης" (divided government) - το παράδειγμα των ΗΠΑ. Γιατί μετά την υπόθεση Watergate η διαιρεμένη διακυβέρνηση στις ΗΠΑ αντιμετωπίζεται (στο επίπεδο της πολιτικής ανάλυσης προπάντων) ως μια θετική διάσταση της αμερικανικής διακυβέρνησης που βρίσκεται σε συμφωνία με το ισχύον σύστημα των 'ισορροπιών και των ελέγχων'; Η ανάλυση του M. Fiorina (Divided Government).
•Συστήματα διακυβέρνησης αμεσοδημοκρατικού τύπου και ο ρόλος των δημοψηφισμάτων - αναφορά στην περίπτωση της Ελβετίας και του δημοψηφίσματος για την απαγόρευση των μιναρέδων: πώς θεσμοί άμεσης δημοκρατίας γίνονται μέσα έκφρασης προκαταλήψεων ακραίων ομάδων και χειραγώγισης των πολιτών. 
Μετά από σχετική ερώτηση και ενδιαφέρον φοιτητών, στο μάθημα παρουσιάστηκε η περίπτωση του πρόσφατου δημοψηφίσματος στην Ισλανδία για την καταβολή ή όχι αποζημιώσεων σε Ολλανδούς και Βρετανούς καταθέτες της δικτυακής τράπεζας Icesave που κατέρρευσε, με το οποίο οι Ισλανδοί σε ποσοστό 93% ψήφισαν κατά της καταβολής των αποζημιώσεων αυτών, δυσκολεύοντας έτσι την είσπραξη του δεύτερου μέρους της βοήθειας της χώρας από το ΔΝΤ, αλλά και την πορεία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε.
•Προεδρικές και κοινοβουλευτικές δημοκρατίες: πού διαφέρουν; Ο ρόλος των κομμάτων και της πολιτικής ηγεσίας. Πιο ασθενής ο ρόλος των κομμάτων στις πρώτες, αλλά πιο ισχυρή η επιρροή της πολιτικής ηγεσίας στις προεδρικές σε σχέση με τις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Οι φόβοι του Carl Joachim Friedrich για τις "δικτατορικές τάσεις" των προεδρικών συστημάτων (εμπειρίες του από τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης)· η προεδρική δημοκρατία δίνει μεγάλη εξουσία στους κατόχους αξιωμάτων, αλλά προβλέπονται ωστόσο και δικλείδες ασφαλείας (π.χ. την ισχυρή νομοθετική εξουσία που έχει απέναντί του ο πρόεδρος στις ΗΠΑ) που περιορίσουν και ελέγχουν την εξουσία αυτή.

Αμεσοδημοκρατικά Συστήματα Διακυβέρνησης και Αντιπροσωπευτικά Συστήματα Διακυβέρνησης: μια τυπολογία.

Ανταγωνιστικά (ή Πλειοψηφικά) Συστήματα Διακυβέρνησης και Διαπραγματευτικά (ή Συναινετικά) Συστήματα Διακυβέρνησης: μια άλλη τυπολογία.
•Οι έννοιες: "πολιτικός ανταγωνισμός", "μοντέλο του Westminster", "majoritarian model" ή "pluralitarian model" - "συναίνεση", "διαπραγμάτευση", "συμφωνία", "αναλογία" ως μέσα διευθέτησης των διαφορών και εναρμόνισης των συγκρούσεων (concordare aliquid).
•Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των ανταγωνιστικών και διαπραγματευτικών δημοκρατιών: σταθερότητα vs συμπεριληπτικότητα (inclusiveness); (συνεχίζεται...)

Βασική βιλιογραφία:
Βασιλική Γεωργιάδου, Η άκρα δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης... (Μέρος Δεύτερο)
Manfred Schmidt, Θεωρίες Δημοκρατίες... (Μέρος Τρίτο)
_____________________________________________________
 Μάθημα 6 (21.04.2010)
Βασικά σημεία:


Τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ανταγωνιστικών/πλειοψηφικών δημοκρατιών:
"Η πλειοψηφία κυβερνά, η μειοψηφία αντιπολιτεύεται" - Συγκέντρωση της εκλετεστικής εξουσίας στα χέρια του κόμματος που πλειοψηφεί
•Κυριαρχία εκτελεστικής εξουσίας έναντι της νομοθετικής
•Δικομματισμός στο επίπεδο της διακυβέρνησης
•Πλειοψηφικά εκλογικά συστήματα
•Πλουραλισμός στην οργάνωση και εκπροσώπηση των συμφερόντων 
•Ενιαίο κράτος (όχι ομοσπονδία)
•Μία βουλή ή ασυμμετρία μεταξύ των δύο αντιπροσωπευτικών σωμάτων (π.χ. στη ΜΒ, Βουλή των Κοινοτήτων και Βουλή των Λόρδων)
•Σύνταγμα μεταβαλλόμενο με απλές πλειοψηφίες ή και έλλειψη γραπτού συντάγματος
•Έλλειψη συνταγματικού δικαστηρίου
•Έλλειψη ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας από την εκτελεστική εξουσία (αν και η ένταξη χωρών στην ΕΕ  και η ύπαρξη της ΕΚΤ καθιστά παρωχημένη την όποια (προ-)υπάρχουσα σχέση των εθνικών κεντρικών τραπεζών με την εκτελεστική εξουσία, με την κεντρική τάση πλέον να είναι εκείνη της ανεξαρτησίας)

Τα κύρια χαρακτηριστικά των διαπραγματευτικών (συναινετικών) δημοκρατιών:
"Power-sharing / Μοίρασμα της εξουσίας" - Κατανομή της εξουσίας σε έναν συνασπισμό περισσοτέρων κομμάτων
•Ισορροπία στη δύναμη μεταξύ της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας 
•Πολυκομματικό σύστημα και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο και στο επίπεδο της διακυβέρνησης (κυβερνήσεις συνασπισμού)
•Αναλογικό εκλογικό σύστημα
•Κεντρικός συντονισμός στην οργάνωση και εκπροσώπηση των συμφερόντων - ο νεοκορπορατισμός (αλλιώς: φιλελεύθερος κορπορατισμός, P. Katzenstein) έχει υιοθετηθεί από αρκετές δημοκρατίες διαπραγματευτικού τύπου όσον αφορά την οργάνωση των συμφερόντων (όπου "νεοκορπορατισμός" = ένα σύστημα συνεργασίας των κεντρικών εκπροσωπήσεων και των ομάδων συμφερόντων εργαζομένων και εργοδοτών, με ή χωρίς τη συντονιστική παρέμβαση του κράτους)
•Ομοσπονδιακό κράτος και αποκεντρωμένες κρατικές δομές
•Δικαμερισμός (bicameralism)- σύστημα δύο βουλευτικών σωμάτων, με εξίσου ισχυρά σώματα
•Δύσκολα αναθεωρούμενο σύνταγμα
•Συνταγματικά δικαστήρια: δικαστική επανεξέταση των αποφάσεων της νομοθετικής εξουσίας
•Αυτόνομη από την εκτελεστική εξουσία κεντρική τράπεζα 

Στο μάθημα συζητήθηκαν οι υπάρχουσες διαφορές μεταξύ των δημοκρατιών ανταγωνιστικού και διαπραγματευτικού τύπου, δόθηκαν εξηγήσεις όσον αφορά τα επιμέρους γνωρίσματα των δημοκρατιών αυτής της τυπολογίας, αναφέρθηκαν παραδείγματα εφαρμοσμένων συστημάτων διακυβέρνησης του ενός ή του άλλου τύπου και εντοπίστηκε η σύγκλιση ή και απόκλισή τους από την τυπολογία. Επίσης, ιδιαίτερη αναφορά έγινε στην έννοια και το περιεχόμενο του νεοκορπορατισμού.

Βασική βιλιογραφία:
Manfred Schmidt, Θεωρίες Δημοκρατίες... (Μέρος Τρίτο, κεφ. 3.2 και 3.3) 
Βασιλική Γεωργιάδου, Η άκρα δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης... (Μέρος Δεύτερο, κεφ. 1, 6).
______________________________________________


Μάθημα 7 (28.04.2010)
Βασικά σημεία:


Το σύστημα δημοκρατικής διακυβέρνησης στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής
•Απουσία φεουδαρχικού παρελθόντος και επικράτηση του προτεσταντικού δόγματος ως προϋποθέσεις για την υιοθέτηση και κυριαρχία της φιλελεύθερης ιδεολογίας στις ΗΠΑ.
•Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας (1776), ψήφιση του Συντάγματος (1787) και των τροπολογιών του (amendments) (1789) με τα οποία επιτεύχθηκε να θεμελιωθούν τα δικαιώματα των πολιτών και να "εμποδιστεί κάθε άδικη κρατική δράση". 
•Πατέρες του αμερικανικού συντάγματος, federalist papers και επηρεασμός των Φεντεραλιστών από τους πολιτικούς φιλοσόφους του Διαφωτισμού: διαμόρφωση ενός δημοκρατικού συστήματος "των ισορροπιών και των ελέγχων" (checks and balances).

•Checks and balances: πώς αποτυπώνεται θεσμικά
Διάκριση των εξουσιών, αλλά και λειτουργική τους σχέση στο επίπεδο α) της νομοθετικής εξουσίας (δικαίωμα veto του Προέδου και ανάγκη επικύρωσης των αποφάσεων του Κογκρέσου από τον Πρόεδρο), β) στο επίπεδο της εκτελεστικής εξουσίας (παρότι ο Πρόεδρος είναι επικεφαλής του κράτους και της κυβέρνησης, οι αποφάσεις του υπόκεινται στον έλεγχο της Γερουσίας και της Βουλής· (οριακό) δικαίωμα του Κογκρέσου για απαγγελία κατηγορίας εναντίον του Προέδρου -impeachment-) και γ) στο επίπεδο της δικαστικής εξουσίας (διορισμός των μελών του Supreme Court από τον Πρόεδρο, ωστόσο ως ισόβιων μελών· διορισμός των μελών των ομοσπονδιακών δικαστηρίων από το Κογκρέσο).

•ΗΠΑ: ένα ομοσπονδιακό κράτος των 50 ανεξάρτητων πολιτειών. 
"Παράλληλη διακυβέρνηση" (concurrent government), εγκάρσια "αλληλοϋποστήριξη" εθνικών αντιπροσώπων (logrolling), ρόλος και σημασία της γραφειοκρατίας και των ομάδων πίεσης (lobbying) στη διακυβέρνηση.


•Κόμματα και κομματικό σύστημα: Ο αμερικανικός εμφύλιος και η εδραίωση του δικομματισμού στις ΗΠΑ
Διαδικασίες εκλογής Προέδρου και ο ρόλος των εκλεκτόρων (electors/electoral college).
Εκλογή των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας - Εκλογικό σύστημα (the-first-past-the-post) και εκλογική διαδικασία. 
Σχάση ψήφου (vote splitting) στο εκλογικό σώμα: πώς και γιατί. 

Βασική βιβλιογραφία:
Franz Lehner - Ulrich Widmaier,  Συγκριτική Πολιτική (Εισαγωγή..., Μέρος Δεύτερο, κεφ. 2)
Robert Dahl, Περί Δημοκρατίας (κεφ. 10 )
Manfred Schmidt, Θεωρίες Δημοκρατίες... (Μέρος Τρίτο, κεφ.  1)
X. Παπασωτηρίου, Το αμερικανικό πολιτικό σύστημα και η εξωτερική πολιτική, Αθήνα 2006, σ. 104-332.
__________________________________________________________________


Μάθημα 8 (12.05.2010)
Βασικά σημεία:

Ανάλυση των εκλογών της 6ης Μαϊου 1010 στη Μ. Βρετανία και του ανταγωνιστικού μοντέλου δημοκρατίας (μοντέλο του Westminster) στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Α) Στοιχεία για τις εκλογές βλ. http://www.politikresources.net/area/uk/uktable.htm
Αναφερθήκαμε: 
-Στην κοινοβουλευτική δύναμη των κομμάτων στη ΜΒ και στην εξέλιξη της δύναμής τους στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Από τη 18ετία διακυβέρνησης των Συντηρητικών της Μ. Θάτσερ και του Τζ. Μέιτζορ (1979-1997), στις 3 συνεχόμενες κυβερνητικές θητείες των Εργατικών του Τ. Μπλερ και του Γκ. Μπράουν (1997-2010). 
-Στο εκλογικό σύστημα απλού πλειοψηφικού the-first-past-the-post και στον τρόπο που η εκλογική δύναμη των κομμάτων μετατρέπεται σε κοινοβουλευτικές έδρες. Διάσταση μεταξύ της εκλογικής δύναμης και της κοινοβουλευτικής δύναμης των κομμάτων και οι συνέπειες για το τρίτο κόμμα.
-Στην εξέλιξη του δείκτη συμμετοχής στις εκλογές και στη μικρή αύξηση που σημείωσε η εκλογική συμμετοχή ιδίως μετά τη δραματική πτώση της το 2002. Έκφραση της κομματικής δυσαρέσκειας των φηφοφόρων στις ανταγωνιστικές δημοκρατίες μέσω της στάσης της εκλογικής αποχής.
-Ειδική αναφορά έγινε στα κόμματα (Labour Party, Conservative Party, The Liberal Democrats)- στις εξελίξεις από το "old" στο "new Labour" κατά την περίοδο Blair και στη μετάβαση στην εποχή Brown, αλλά και στην εποχή της  Thatcher και τους κλυδωνισμούς του Συντηρητικού Κόμματος στη μετά Θάτσερ και Μέιτζορ εποχή.

Τι σηματοδοτεί η συγκρότηση μιας κυβέρνησης συνασπισμού, Συντηρητικών-Φιλελεύθερων Δημοκρατών εν προκειμένω, σε ένα ανταγωνιστικό μοντέλο δημοκρατίας, όπως αυτό του ΗΒ, το οποίο διακρίνεται από έναν περιορισμένο κοινοβουλευτικό πολυκομματισμό και τον μετωπικό δικομματικό ανταγωνισμό των μεγάλων κομμάτων για τη συγκρότηση της κυβέρνησης και την εναλλαγή των κομμάτων στην κυβέρνηση;


Β) Μ.Βρετανία - Μια δημοκρατία του Westminster:
•Σύστημα κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας: ολοκληρωτική εκπροσώπηση της λαϊκής κυριαρχίας από το κοινοβούλιο (πράγμα που δεν αλλάζει λόγω του βρετανικού στέμματος και του γεγονότος ότι τυπικώς ο λαός λογίζεται υπήκοος του στέμματος).
•Διασταύρωση των εξουσιών: Αφού το κοινοβούλιο και μόνο αυτό εκπροσωπεί τη λαϊκή κυριαρχία, κάθε εξουσία πηγάζει από το κοινοβούλιο και μόνο το κοινοβούλιο νομιμοποιεί την κυβερνητική εξουσία.
•Εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία (Συντηρητικού και Εργατικού Κόμματος) στη βάση ενός δικομματικού συστήματος.
•Η κυβέρνηση είναι κυρίαρχη διότι η εξουσία της δεν περιορίζεται ούτε υπάγεται στον έλεγχο κάποιου άλλου σώματος (π.χ. ενός Συνταγματικού Δικαστηρίου, όπως συμβαίνει στην ΟΔΓ) και παραμένει κυρίαρχη στο πλαίσιο της θητείας της όσο έχει με το μέρος της την κοινοβουλετική πλειοψηφία.
•Μικρή η δυνατότητα της αντιπολίτευσης στην άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου, καθώς και στο νομοθετικό έργο της Βουλής των Κοινοτήτων. Η αντιπολίτευση που οργανώνεται όπως και η κυβέρνηση (βλ. τη λεγόμενη σκιώδη κυβέρνηση), προσπαθεί να αποκτήσει κύρος και να προετοιμαστεί για την άνοδό της στην κυβερνητική εξουσία μετά τις εκλογές και, βεβαίως, μέσω των εκλογών.
•Βουλή των Κοινοτήτων και Βουλή των Λόρδων. Περιορισμένες πλέον οι νομοθετικές αρμοδιότητες της δεύτερης (άνω) βουλής, ιδίως μετά τη μεταρρύθμιση του T. Blair το 1999. Πώς συγκροτείται η Βουλή των Λόρδων


Για τα παραπάνω βλ. Franz Lehner - Ulrich Widmaier,  Συγκριτική Πολιτική (Εισαγωγή..., Μέρος Δεύτερο, κεφ.1)
____________________________________________________

Μάθημα 9 (26.05.2010)
Βασικά σημεία:

Η Δημοκρατία του Κονκορδάτου στην Αυστρία:
Ένα συμφωνικό σύστημα αναλογικού δικομματισμού

Έννοιες:
-"Κονκορδάτο", οι συμφωνίες που συνάπτονταν μεταξύ της Αγίας Έδρας (Βατικανό) και των ηγεμόνων αρχικώς, των εθνικών κρατών στη συνέχεια, από τον 18. αιώνα και μετά. Τα κονκορδάτα αποτελούν διακρατικές συμφωνίες και έχουν νομική ισχύ.
-"Δημοκρατία του Κονκορδάτου": Πρόκειται για μια συμφωνική δημοκρατία ή ένα μοντέλο δημοκρατίας των κοινωνικών συμφωνιών (έτσι αποδίδεται ο όρος Konkordanzdemokratie/Δημοκρατία του concordantia στην ελληνική έκδοση του βιβλίου του M. Schmidt, Θεωρίες Δημοκρατίας...). Πρόκειται για ένα μοντέλο δημοκρατίας στο οποίο οι αποφάσεις λαμβάνονται μέσω συμβιβαστικών τεχνικών (αντί π.χ. να λαμβάνονται βάσει του κανόνα της πλειοψηφίας, όπως συμβαίνει στις ανταγωνιστικές δημοκρατίες).
-Consociational democracy: είναι ο όρος που χρησιμοποιούν οι αγγλοσάξωνες (βλ. π.χ. A. Lijphart) προκειμένου να αναφερθούν στην πολιτική κοινότητα μιας βαθιά διασπασμένης κοινωνίας, εντός της οποίας οι αποφάσεις λαμβάνονται με "φιλικές διευθετήσεις" και "ισχύουσες συνεννοήσεις" στο επίπεδο των ελίτ.
-Στις συμφωνικές δημοκρατίες, οι μειοψηφίες διατηρούν δικαίωμα veto, οι δε συμφωνικές τεχνικές είναι προκαθορισμένες, όπως π.χ. στην Αυστρία, στην οποία από την ίδρυση της Β' Δημοκρατίας (μεταπολεμικά) ισχύει ο τυπικός κανόνας της αναλογίας (Proporz) στη διανομή δημοσίων θέσεων και αξιωμάτων, πλούτου και εισοδημάτων του δημοσίου και ευρύτερου δημοσίου τομέα (κράτος, διοίκηση, αλλά και τράπεζες, σχολεία, δημόσιες επιχειρήσεις, ΜΜΕ, κλπ).

Το συμφωνικό μοντέλο αναλογικού δικομματισμού στην Αυστρία:
-Η αναλογική κατανομή λάμβανε χώρα μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών (Λαϊκό Κόμμα, οι "μαύροι") και Σοσιαλδημοκρατών (οι "κόκκινοι"). Αναφορά στο κομματικό σύστημα της Αυστρίας και στα λεγόμενα "στρατόπεδα", το χριστιανοδημοκρατικό και το εργατικό, στα οποία ήταν χωρισμένη η χώρα από την εποχή των Αψβούργων. Τα στρατόπεδα (Lager) συνυπήρξαν προπολεμικά για ένα σύντομο χρονικό διάστημα (1918-19), η συνύπαρξη αυτή όμως έληξε άδοξα και ως κατάληξη είχε το τέλος αυτό στην εμφάνιση του αυστροφασιστικού καθεστώτος του Engelbert Dollfus (1933/34) και του Kurt Schuschnigg και εν συνεχεία στην "Προσάρτηση" (Anschluss)  της Αυστρίας στην χιτλερική Γερμανία.
-Μετά τον Πόλεμο (με το τέλος του οποίου η Αυστρία αναγνωρίζεται ως θύμα του αν και συνεργάστηκε με τους Ναζί, βλ. και υπογραφή της Κρατικής Συνθήκης του 1955), αρχίζει η περίοδος της Β' Δημοκρατίας, οι βάσεις της οποίας είχαν θεμελιωθεί στο σύνταγμα του 1920 και στην αρχή του διαρκούς συμβιβασμού του συνταγματολόγου Hans Kelsen. Παρότι προπολεμικά οι Σοσιαλδημοκράτες δεν συναινούσαν (τουλάχιστον όχι όλοι από τα κομματικά στελέχη της αυστριακής σοσιαλδημοκρατίας) στην εφαρμογή της αρχής αυτής (βλ. σχετικές θέσεις του Otto Bauer), μεταπολεμικά επέρχεται συμφωνία μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών. Η συμφωνία αυτή επιστεγάζεται με τις κυβερνήσεις Μεγάλου Συνασπισμού που επί χρόνια (μέχρι το 1966, από το 1990 έως το 1999, αλλά και από το 2006 έως σήμερα) συγκροτούσαν Χριστιανοδημοκράτες με τους Σοσιαλδημοκράτες, διευθετώντας έτσι τις συγκρούσεις μεταξύ των δύο βασικών "στρατοπέδων" της χώρας, περιορίζοντας όμως συγχρόνως τον πολιτικό ανταγωνισμό και προκαλώντας από τη δεκαετία του 1980 και μετά έντονη πολιτική δυσαρέσκεια στο εκλογικό σώμα.
-Μια συμφωνική δημοκρατία είναι πάντα ευάλωτη στη διαμαρτυρία κατά του πολιτικού κατεστημένου. Τον ρόλο αυτό του συλλέκτη της πολιτικής διαμαρτυρίας, αλλά και του ενισχυτή της διαρμαρτυρίας αυτής έρχεται να διαδραματίσει το Κόμμα της Ελευθερίας του J. Haider. Πώς από ένα περιθωριακό κόμμα, οι δυνάμεις του οποίου κινούνται στο συν/πλην 5% και πριν την άνοδο του Χάιντερ στην ηγεσία του (1986) αλλά και λίγο πριν τις βουλευτικές εκλογές του 1986 η δύναμή του είχε σχεδόν μηδενιστεί, το Κόμμα της Ελευθερίας γίνεται ένα ισχυρό κοινοβουλευτικά κόμμα και ένας παράγοντας της διακυβέρνησης; Ανάλυση της πολιτικο-εκλογικής διαδρομής του "Κόμματος του Χάιντερ", από τις απαρχές του το 1955 μέχρι το 1999/2000 που γίνεται μέλος της κυβέρνησης στο πλαίσιο μιας κυβέρνησης συνασπισμού με το Λαϊκό Κόμμα.
-Το πολιτικό σύστημα της Αυστρίας:  ο ρόλος του προέδρου (εδώ έγινε εκτενής αναφορά και στην υπόθεση Κουρτ Βαλντχάιμ, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος της Αυστρίας από το 1986 έως το 1992 παρά τις αποκαλύψεις για το εθνικοσοσιαλιστικό παρελθόν του), ο "νόθος δικαμερισμός" (η γερουσία/Bundesrat έχει αναβλητικό δικαίωμα βέτο, σε περιπτώσεις διαφωνίες υπερισχύει όμως η γνώμη του κοινοβουλίου), τα κόμματα (από ένα κομματικό σύστημα των δύο κομμάτων, σε ένα κομματικό σύστημα περιορισμένου πολυκομματισμού με 5 κόμματα), το εκλογικό σύστημα (αναλογικό, με εκλογικό όριο -σκαλοπάτι- του 4%), ο διμερής κορπορατισμός (ρόλος της Ισότιμης Επιτροπής Τιμών και Εισοδημάτων).

Κρίση της συμφωνικής δημοκρατίας στην Αυστρία: η συμφωνική διακυβέρνηση έφθασε στα όριά της, καθώς τα ίδια τα θεμέλια του τύπου αυτής της διακυβέρνησης υπέστησαν βαθιές μεταβολές - αναφερόμαστε στα λεγόμενα στρατόπεδα, τα οποία από τη δεκαετία του 1980 χαλάρωσαν εξαιρετικά. Οι διαδικασίες της "εκκοσμίκευσης" (secularization) και της "αποσυνδικαλιστικοποίησης" (deunionization) αποτελούν σαφείς ενδείξεις μιας τέτοιας χαλάρωσης, οι οποίες αποτυπώνονται και στα μεγέθη της κομματικής ταύτισης: ολοένα και περιορίζεται ο αριθμός των συνδικαλιζόμενων εργατών και εργαζομένων μεταξύ των ψηφοφόρων του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, αλλά εν μέρει και ο αριθμός των πιστών και εκκλησιαζόμενων χριστιανών καθολικών μεταξύ των ψηφοφόρων του Λαϊκού Κόμματος.

Η εντυπωσιακή άνοδος του Κόμματος της Ελευθερίας στην πολιτική και εκλογική σκηνή συνδέεται με τη χαλάρωση των Lager στην ίδια την κοινωνία, τη διατήρηση όμως του συμφωνικού συστήματος αναλογικού δικομματισμού στο επίπεδο της διακυβέρνησης. Η αντίφαση αυτή (μεταβολή των προϋποθέσεων της διακυβέρνησης, ακινησία όμως του μοντέλου της διακυβέρνησης) οδήγησε στην εντυπωσιακή αύξηση των δυνάμεων του Κόμματος της Ελευθερίας στην Αυστρία.

Βασική βιβλιογραφία:
Manfred Schmidt, Θεωρίες Δημοκρατίες... (Μέρος Τρίτο, κεφ.  3.2 και 3.3)
Βασιλική Γεωργιάδου, Η άκρα δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης... (Μέρος Δεύτερο, κεφ. 4, 4.1., 4.1.1 και 6.3.1). 
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Μάθημα 10 (28.05.2010) - Συμπληρωματικό μάθημα
Βασικά σημεία:

Συμφωνικές Δημοκρατίες: Οι περιπτώσεις της Ολλανδίας και της Ελβετίας


Α) Το συμφωνικό μοντέλο δημοκρατίας στην Ολλανδία παρουσιάστηκε από τη φοιτήτρια Ευαγγελία Κωνσταντουδάκη.Έμφαση δόθηκε κατά την παρουσίαση στις επικείμενες εκλογές (θα γίνουν στις 09.06.2010), μετά την πτώση του κυβερνητικού συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών (CDA) και Σοσιαλδημοκρατών (PvdA) και την πρόωρη διάλυση της Βουλής. Εξηγήθηκαν οι αιτίες (ασυνεννοησία των εταίρων, αλλά και αποδυνάμωση των κοματικών δυνάμεων του συμβιωτισμού) και η αφορμή (αφορά τον χρόνο αποχώρησης των ολλανδικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν)  που οδήγησαν σε πτώση της κυβέρνησης. 
Επισημάνθηκε, από τα μέχρι τώρα δημοσκοπικά στοιχεία που υπάρχουν αλλά και από τα αποτελέσματα τοπικών εκλογών που έγιναν πρόσφατα, η σημαντική ενίσχυση των δυνάμεων του ακροδεξιού (αντιμετανστευτικού και ακραία αντιισλαμικού) Κόμματος για την Ελευθερία του Geert Wilders.
Αναδρομή: Από τον Πιμ Φορτούιν στον Χέερτ Βίλντερς: πώς η πτώση του συμβιωτισμού στην Ολλανδία έφερε στο προσκήνιο της πολιτικής σκηνής ακραίες και ανοικτά αντισυμφωνικές κομματικές δυνάμεις.


(Το μοντέλο δημοκρατίας στην Ολλανδία είναι εκτός της εξεταστέας ύλης του μαθήματος. Για τους/τις ενδιαφερόμενους/ες βλ. το βιβλίο Β. Γεωργιάδου, Η άκρα δεξιά και οι συνέπειες της συναινεσης..., ιδίως Μέρος Τρίτο, κεφ. 4, όπου υπάρχει αναφορά στο κομματικό και πολιτικό σύστημα της Ολλανδίας, στις δομές της διακυβέρνησης και στις μεταβολές του Ολλανδικού μοντέλου από τη δεκαετία του 1960 μέχρι σήμερα).


Β) Το μοντέλο δημοκρατίας στην Ελβετική Συνομοσπονδία (Confederation, Confederazione, Eidgenossenschaft) - Μια δημοκρατία με άμεσες δημοκρατικές δομές, ομοσπονδιακό σύστημα των 26 καντονίων, με κολεγιακή/εταιρική κυβέρνηση και συμβιωτικές δομές διακυβέρνησης.

-Εξηγήθηκαν οι ιστορικο-κοινωνικές προϋποθέσεις που συνέβαλαν στην υιοθέτηση αυτής της συνομοσπονδιακής δομής κράτους, το οποίο υπάρχει από το 1874/1891


-Το πολιτικό και κομματικό σύστημα της Ελβετίας παρουσιάζεται στη βιβλίογραφία ως ακλόνητο (στοιχείο συνέχειας)


-Οι δομές της συμφωνικής διακυβέρνησης αποδίδονται με τη φράση του Henry Kerr:
πρόκειται για ένα μοντέλο διακυβέρνησης στο οποίο "σχεδόν όλοι είναι 'εντός' και δυνητικά κανένας 'εκτός'" - Αυτό ήταν το 'μυστικό' (η υιοθέτηση στρατηγικών συνεργασίας αντί σύγκρουσης, βλ. Γ. Παπαδόπουλος) προκειμένου να υπάρχει συνοχή σε μια γλωσσικά, θρησκευτικά, κοινωνικά, γεωγραφικά και πολιτικά βαθιά διαιρεμένη κοινωνία.

Άμεση Δημοκρατία - Δημοψηφισματικές δομές
Διάκριση μεταξύ: ι) "υποχρεωτικών δημοψηφισμάτων" (κάθε αναθεώρηση συντάγματος και η αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων ανάγκης που είναι γενικού δεσμευτικού χαρακτήρα απαιτεί δημοψηφισματική επικύρωση των αποφάσεων - οι απόφάσεις εγκρίνονται δημοψηφισματικά όταν υπάρχει διπλή πλειοψηφία, δηλ. στο εκλογικό σώμα και μεταξύ των καντονίων). ιι) "προαιρετικών δημοψηφισμάτων" (κάθε απόφαση της νομοθετικής εξουσίας μπορεί να τεθεί στον δημοψηφισματικό έλεγχο του λαού και μπορεί από ένα μέρος του λαού [50 χιλ.] να ζητηθεί κάτι τέτοιο - οι αποφάσεις εγκρίνονται δημοψηφισματικά όταν υπερψηφιστούν από την πλειοψηφία των ψηφισάντων/ μονή πλειοψηφία). ιιι) "λαϊκών πρωτοβουλιών" (100 χιλ πολίτες μπορεί να ζητήσουν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος που αφορά από την αναθεώρηση του συντάγματος μέχρι τη λήψη γενικών δεσμευτικών αποφάσεων).

Γ.Παπαδόπουλος: "...τα πλέον αποτελεσματικά δημοψηφίσματα είναι εκείνα που δεν έγιναν, επειδή η κυβέρνηση ή το κοινοβούλιο ενέδωσε στα αιτήματα ισχυρών ομάδων αρνησικυρίας. (Αυτές) πέτυχαν τους στόχους τους με άλλα μέσα, επειλώντας απλώς με τη χρήση δημοψηφίσματος, χωρίς καν να χρειαστεί να το διεξάγουν".

Τα δημοψηφίσματα βαθαίνουν τη δημοκρατική ποιότητα ενός συστήματος διακυβέρνησης ή μπορεί να αποτελέσουν ένα "βραβείο των δημαγωγών", όπως ισχυριζόταν ο Τέοντορ Χόις; Είναι ένα εκφραστικό μέσο της θέλησης του λαού ή ένας χειραγωγικός μηχανισμός; Δημοψηφισματικά λαμβανόμενες αποφάσεις μπορεί να είναι αποφάσεις εις βάρος των μειοψηφιών και πώς προστατεύεται ενα πολιτικό σύστημα και οι πολίτες του από έναν τέτοιο εγκλωβισμό (να λαμβάνονται αποφάσεις με ευρεία δημοκρατική νομιμοποίηση, αλλά αυτές να στρέφονται κατά δικαιωμάτων μειοψηφιών, βλ. την περίπτωση με την απόφαση για συνταγματική απαγόρευση της κατασκευής μιναρέδων στην Ελβετία, στην οποία ζει σχεδόν μισό εκατ. μουσουλμάνοι, Ελβετοί και μετανάστες).

Εταιρική/κολεγιακή κυβέρνηση
 Η ελβετική κυβέρνηση λειτουργεί βάσει της συνεργατικής αρχής - οι αποφάσεις λαμβάνονται με εσωτερική διαβούλευση στο πλαίσιο της 7μελούς κυβέρνησης, η οποία αποτελεί ένα ενιαίο σώμα, παρότι τη συγκροτούν εκπρόσωποι 4 κομμάτων.
Η συνεργατική αρχή φθίνει μετά τη δεκαετία του 1980, όταν ο ανταγωνισμός στη λήψη των αποφάσεων στο πλαίσιο της κυβέρνησης υποκαθιστά, ως ενός σημείου και περισσότερο άτυπα, τη συνεργατική αρχή.


Αρχή της αναλογικότητας
Η ελβετική κυβέρνηση συγκροτείται βάσει της αρχης της "μαγικής φόρμουλας": τα 4 βασικά κόμματα του ελβετικού κοινοβουλίου εκπροσωπούνται με 2 εκπροσώπους τους (υπουργούς) στην ελβετική κυβέρνηση, με εξαίρεση το μικρότερο από αυτά, που μέχρι πρότινος ήταν το Ελβετικό Λαϊκό Κόμμα, ενώ πλεόν είναι το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα, που εκπροσωπείται με έναν υπουργό (μαγική φόρμουλα= 2:2:2:1). Τα κόμματα μοιράζονται αναλογικά, βάσει της κοινοβουλευτικής δύναμής τους, τις 7 θέσεις υπουργών στην κυβέρνηση.


Κόμματα και κομματικό Σύστημα
4 βασικά κόμματα και συνολικά εννέα κοινοβουλευτικά, σε επίπεδο ομοσπονδιακής βουλής. Αύξηση του κομματικού πλουραλισμού μετά το 1991, μαζί με την εκλογική μεταβλητότητα, αλλά και τη μείωση της κομματικής ταύτισης. Τα κόμματα θεωρούνται αναγκαία για τη λειτουργία της δημοκρατίας από τα 3/4 των πολιτών, αλλά τα 2/3 των εκλογέων θεωρεί ότι τα κόμματα δεν ενδιαφέρονται για τη γνώμη των πολιτών και δεν διαμεσολαβούν τα συμφέροντά τους. Μείωση της εκλογικής συμμετοχής σε επίπεδο ομοσπονδιακών εκλογών, αλλά και των δημοψηφισμάτων, παρότι είναι η σπουδαιότητα του διακυβεύματος που εν τέλει καθορίζει το ύψος της εκλογικής συμμετοχής.


Για το μοντέλο δημοκρατίας στην Ελβετία βλ. 
M. Schmidt, Θεωρίες Δημοκρατίας, Μέρος Τρίτο, κεφ. 4 και 4.1.
Lehner / Widmaier, Συγκριτική Πολιτική, Μέρος Δεύτερο, κεφ. 3
Β. Γεωργιάδου, Η άκρα δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης, Μέρος Τρίτο, κεφ. 5.
_____________________________________________________________
Μάθημα 11 (02.06.2010) {Τελευταίο}

 Βασικά σημεία:

 Α' Μέρος
•Μικτά συστήματα διακυβέρνησης: το παράδειγμα της Γερμανίας (ΟΔΓ) και της Γαλλίας.

-Έμφαση δόθηκε κατ'αρχάς στις πολιτικο-ιστορικές προϋποθέσεις (εμπειρία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης στη Γερμανία και της Τέταρτης Δημοκρατίας στη Γαλλία) που οδήγησαν στη δημιουργία των συστημάτων διακυβέρνησης στη μεταπολεμική Γερμανία (Δημοκρατία της Βόνης) και στην Πέμπτη Δημοκρατία (1958 μέχρι σήμερα) στη Γαλλία.
-Αναλύθηκε εν συνεχεία, σε σχέση με τη Γερμανία, η κυρίαρχη θέση του καγκελάριου, την οποία αυτός κατέχει στο πλαίσιο της λεγόμενης Δημοκρατίας του Καγκελάριου (Kanzlerdemokratie). Πρόκειται για μια Δημοκρατία με ισχυρή εκτελεστική εξουσία και περίοπτη θέση του επικεφαλής της, ο οποίος δίδει τις κατευθυντήριες αρχές της πολιτικής στους υπουργούς και την κυβέρνησή του, παρότι στο σύστημα διακυβέρνησης της ΟΔΓ η εξουσία μοιράζεται μεταξύ της κεντρικής εξουσίας του ομοσπονδιακού κράτους (Bundesstaat) και της εξουσίας που κατέχουν τα ομόσπονδα κρατίδια (Länder, 16 τον αριθμό). 
-Πέραν της ομοσπονδιακής δομής της, το σύστημα διακυβέρνησης της ΟΔΓ γνωρίζει επιπλέον περιορισμούς της εξουσίας (τόσο σε επίπεδο κεντρικού κράτους όσο και σε επίπεδο κρατιδίων). Όλες οι αποφάσεις της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας ελέγχονται από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ως προς τη νομιμότητά τους, ενώ κάθε απόφαση του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου για να καταστεί νόμος του κράτους χρειάζεται να επικυρωθεί από το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (Bundesrat, ένα είδος Άνω Βουλής).
-Διάκριση των εξουσιών, αλλά και περιορισμός των εξουσιών μέσω του αμοιβαίου ελέγχου τους αποτελούν πραγματικότητας του δημοκρατικού συστήματος διακυβέρνησης που ισχύει στη μεταπολεμική Δυτική Γερμανία και μετά την "επανένωση"* των δύο Γερμανιών (της ΟΔΓ και της DDR/Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας) το 1990 ισχύει στην ενιαία Γερμανία συνολικά.

*Όταν λέμε επανένωση τυπικά και θεσμικά εννοούμε την ένταξη της DDR στη ζώνη ισχύος του Θεμελιώδους Νόμου (ήτοι του Συντάγματος) που ισχύει στην ΟΔΓ.


-Σε σχέση με την Πέμπτη Δημοκρατία στη Γαλλία, αναφορά έγινε στα χαρακτηριστικά της, με τα οποία αυτή κατατάσσεται συνηθέστατα στην τυπολογία των λεγόμενων ημιπροεδρικών δημοκρατιών, αν και δεν λείπουν οι τυπολογίες και οι αναλύσεις (π.χ. εκείνη του Steffani) βάσει των οποίων η Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία αποτελεί μια παραλλαγή κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
-Αναφορά ιδιαίτερη έγινε στη θέση του προέδρου στη Γαλλική Δημοκρατία μετά το 1958 (5η Δημοκρατία): επικεφαλής του κράτους, όχι της κυβέρνησης - αλλά και στη θέση του πρωθυπουργού, καθώς και στις σχέσεις προέδρου και πρωθυπουργού.
-Το φαινόμενο της συγκατοίκησης (cohabitation): ενός προέδρου και ενός πρωθυπουργού που προέρχονται από διαφορετικά πολιτικά κόμματα (συνέβη μεταξύ των ετών 1986-88, 1993-95, 1997-2000). Συνέπειες για τη διακυβέρνηση και για το πολιτικό σύστημα.


Β' Μέρος
Ποιότητα και αποτελεσματικότητα της Δημοκρατίας: επιδόσεις των ανταγωνιστικών, συναινετικών/συμβιωτικών και μικτών συστημάτων διακυβέρνησης


Οι οπαδοί των ανταγωνιστικών/πλειοψηφικών δημοκρατιών θεωρούν ότι αυτές πορεύονται την οδό της "Ρώμης των Δημοκρατιών", διασφαλίζοντας σταθερότητα και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στη διακυβέρνηση. 
Οπαδοί των συναινετικών/συμβιωτικών δημοκρατιών θεωρούν, αντιθέτως, ότι οι τελευταίες υπερέχουν σε ζητήματα δημοκρατικής ποιότητας, ενώ δεν υπολείπονται των ανταγωνιστικών δημοκρατιών σε ζητήματα διαχείρισης και αποτελεσματικότητας. 
Μια τρίτη άποψη (διατυπώθηκε από τον Klaus Armingeon) υποστηρίζει ότι διαφορές στην ποιότητα και την αποτελεσματικότητα, υπό τον τύπο μιας γενικής υπεροχής του ενός έναντι του άλλου μοντέλου, δεν εντοπίζονται μεταξύ των ανταγωνιστικών και των συναινετικών δημοκρατιών, αλλά μεταξύ των "καθαρών" συστημάτων διακυβέρνησης αφενός και των μικτών συστημάτων διακυβέρνησης αφετέρου. Τα τελευταία καταγράφουν χαμηλότερες επιδόσεις ποιότητας και αποτελεσματικότητας και αποτελούν τον προθάλαμο για την ανάδυση μιας "μπλοκαρισμένης δημοκρατίας". Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι τα μικτά μοντέλα δημοκρατίας δεν διαθέτουν επαρκή εσωτερική συνοχή, καθώς χαρακτηρίζονται από τη σύμπτωση γνωρισμάτων, άλλα από τα οποία διακρίνουν τις ανταγωνιστικές (βλ. π.χ. το στοιχείο της Kanzlerdemokratie στην περίπτωση της ΟΔΓ) και άλλα τις συναινετικές/συμβιωτικές δημοκρατίες (βλ. επίσης την αναλογική αρχή που διέπει το εκλογικό σύστημα στην περίπτωση της ΟΔΓ, αρχή που ευνοεί τον κομματικό κατακερματισμό και τις κυβερνήσεις συνεργασίας, υπονομεύοντας την Kanzlerdemokratie).


Πότε μια δημοκρατία είναι "καλύτερη" από μια άλλη;
'Όταν η εκλογική συμμετοχή είναι υψηλή και οι πολίτες εκφράζουν την ικανοποίησή τους από τη λειτουργία της δημοκρατίας, περισσότερο από ό,τι αυτό συμβαίνει σε μια άλλη δημοκρατία', είναι μια συνηθισμένη απάντηση στο παραπάνω ερώτημα.
Η πολιτική και εκλογική συμμετοχή και ο βαθμός ικανοποίησης από τη δημοκρατία έχουν θεωρηθεί έξοχοι δείκτες δημοκρατικής ποιότητας.
Όμως:
ούτε η υψηλή εκλογική συμμετοχή μπορεί να εκληφθεί a priori έξοχος δείκτης δημοκρατικής ποιότητας, ούτε τα μέτρια επίπεδα εκλογικής συμμετοχής να εκληφθούν de facto αποδεικτικά στοιχεία περιορισμένης δημοκρατικής ποιότητας. Εξαρτάται κατ'αρχάς από την τάση που έχει η συμμετοχή των πολιτών: είναι κεντρομόλος αυτή η τάση, με αποτέλεσμα να ενισχύονται οι δημοκρατικές  δυνάμεις του ιδεολογικο-πολιτικού κέντρου, ή είναι κεντρομόλος αυτή η τάση, με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται το κομματικό και το πολιτικό σύστημα τελικά;
Πέραν της τάσης που εμφανίζει η εκλογική συμμετοχή, σημασία έχει να αποκωδικοποιηθεί και η μη-συμμετοχή (αποχή). Υψηλά ποσοστά αποχής δεν υποδηλώνουν απαραιτήτως κακή δημοκρατική ποιότητα, καθώς στις ανταγωνιστικές δημοκρατίες αγγλοσαξωνικού τύπου η απουσία όμορων ιδεολογικά κομμάτων μεταξύ των δύο μεγάλων κυβερνητικών κομμάτων ωθεί συχνά ψηφοφόρους αυτών των κομμάτων στην υιοθέτηση της στάσης της εκλογικής αποχής.
Εξάλλου, όπως υποστηρίζει η P. Norris, και οι ψηφοφόροι που εμπιστεύονται τους πολιτικούς και εκείνοι που δεν τους εμπιστεύονται μετέχουν το ίδιο συχνά στις εκλογές.

Βιβλιογραφία:

M. Schmidt, Θεωρίες Δημοκρατίας, Μέρος Τρίτο, κεφ. 4.2 (πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα διαφορετικών μορφών δημοκρατίας)
Lehner / Widmaier, Συγκριτική Πολιτική, Μέρος Δεύτερο, κεφ.1 (Γερμανία) και 2 (Γαλλία)
Β. Γεωργιάδου, Η άκρα δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης, Μέρος Δεύτερο, κεφ. 7 (για την αξιολόγηση της δημοκρατικής ποιότητας).