Δευτέρα 7 Μαΐου 2012

Άκρα Δεξιά και Εξτρεμιστική Δεξιά: προϋποθέσεις της εκλογικής μετακίνησης από τον ΛΑΟΣ στη Χρυσή Αυγή


Τη στρατηγική της ‘συμπεριληπτικής οριοθέτησης’ απέναντι στα νεοφασιστικά μορφώματα του ακροδεξιού χώρου ακολουθεί ο ΛΑΟΣ κατά την πρώτη φάση της κομματικής του ζωής. Στην προσπάθειά του να εδραιωθεί στην πολιτική σκηνή ως ο κύριος εκπρόσωπος του πολιτικο-ιδεολογικού χώρου δεξιότερα της NΔ, χτίζει συμμαχίες με το κόμμα Πρώτη Γραμμή του Κ. Πλεύρη και το Κόμμα Ελληνισμού του Σ. Σοφιανόπουλου, ενώ στις νομαρχιακές εκλογές του 2002 εντάσσει στα ψηφοδέλτιά του ενεργά στελέχη της Χρυσής Αυγής. Τα δύο πρώτα κόμματα απορροφώνται (εν μέρει) από τον ΛΑΟΣ, στον οποίο προσχώρησαν το 2005 και στελέχη του φίλα προσκείμενου προς το Γαλλικό FN Ελληνικού Μετώπου, αφού προηγουμένως ανεστάλη η “πολιτική λειτουργία” του συγκεκριμένου κόμματος (Ψαρράς 2010: 144).
 

Μετά την είσοδό του στην Ευρωβουλή το 2004, αλλά και το σχετικά μέτριο αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του ίδιου έτους (έλαβε 2,2% των ψήφων ενώ χρειαζόταν 3 ποσοστιαίες μονάδες για να μπει στο Εθνικό Κοινοβούλιο), ο ΛΑΟΣ συνειδητοποιεί ότι η δικτύωσή του με τον ακροδεξιό χώρο δεν επαρκεί για την μετατόπισή του από το περιθώριο στον πυρήνα της πολιτικο-κομματικής σκηνής. Ότι μια τέτοια μετατόπιση είναι αναγκαία για την επιβίωσή του γίνεται αντιληπτή από τον αρχηγό του κόμματος, ο οποίος με προσωπικό τρόπο διαπιστώνει ότι όταν τα πολιτικά διακυβεύματα γίνονται σοβαρά, πράγμα που συνήθως συμβαίνει σε εκλογές πρώτης τάξης (first order elections), ένα κόμμα της άκρας δεξιάς στο πλαίσιο του ελληνικού κομματικού συστήματος έχει να διαδραματίσει έναν πολιτικά ασήμαντο ρόλο: υπό αυτό το πρίσμα μπορεί να κατανοηθεί η προσγείωση του ΛΑΟΣ στο 2,2% στις βουλευτικές εκλογές του 2004, όταν δυο χρόνια πριν, στο εκλογικό του ντεμπούτο στις περιφερειακές εκλογές για τη νομαρχία Αθηνών, ο Γ. Καρατζαφέρης ως υποψήφιος του ΛΑΟΣ είχε λάβει το 14% των ψήφων. Μια προσεκτικότερη τήρηση αποστάσεων από τις ακραίες (αντισημιτικές, φιλοχουντικές, κ.ά.) θέσεις των συμμάχων του είναι το πρώτο βήμα του LAOS προς την κατεύθυνση χάραξης μιας “νέας πολιτικής”· έτσι αποκλήθηκε στην 6η Σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος (Οκτώβριος 2005) το νέο μίγμα πολιτικής (και πολιτικής συμπεριφοράς) που εισηγήθηκε ο αρχηγός στα στελέχη του ΛΑΟΣ: “Ο πολιτικός μας λόγος πρέπει να είναι ιδιαίτερα περίτεχνος. Από τη μια μεριά καταγγελτικός γι’αυτά που κάνει η ND και από την άλλη πλευρά συνάμα να ρίχνει γέφυρες… Ένας πολύ δύσκολος συνδυασμός επιθετικότητας και διαλακτικότητας… Στρογγυλοποιούμε ορισμένα πράγματα, λέμε με άλλα λόγια αυτά που πάντα εμφορούν την ψυχή μας. Αυτή είναι η νέα πολιτική” (αναφέρεται σε Ψαρράς 2010: 144).
 

Η “νέα πολιτική”, με την οποία ολοκληρώνεται η στρατηγική της ‘συμπεριληπτικής οριοθέτησης’ εκ μέρους του ΛΑΟΣ, του αποφέρει εκλογικούς καρπούς: επιχειρώντας να καμουφλάρει το ακροδεξιό του υπόβαθρο, χωρίς να το απαρνείται, το 2007 ο LAOS εισέρχεται εν τέλει στο Εθνικό Κοινοβούλιο και το 2009 αυξάνει σημαντικά τη δύναμή του τόσο στις βουλευτικές εκλογές που είχαν γίνει πρόωρα, όσο και στις ευρωπαϊκές εκλογές (Πίνακας 1). Όμως, η αύξηση της εκλογικής του απήχησης, σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση της NΔ μετά το 2007 (μέχρι το 2009 οι Συντηρητικοί είχαν καταγράψει εκλογικές απώλειες 8,5 ποσοστιαίων μονάδων) οδήγησε το κόμμα του Γ. Καρατζαφέρη στην περαιτέρω επικαιροποίηση της “νέας πολιτικής”: όχι οι σχέσεις του με τον ακροδεξιό χώρο αλλά η διείσδυσή του στο περιβάλλον της κατεστημένης συντηρητικής δεξιάς ανήκει πλέον στις βασικές στοχεύσεις του ΛΑΟΣ. Η συζήτηση περί της “γαλάζιας πολυκατοικίας” που ως ενοίκους της έχει τη NΔ και τον ΛΑΟΔ, σύμφωνα με μια γνωστή διατύπωση του Γ. Καρατζαφέρη, συμβολίζει την αλλαγή στρατηγικής στο χώρο της κοινοβουλευτικής άκρας δεξιάς.
Όπως με την επιλογή του “μεσαίου χώρου” η NΔ μετακινήθηκε προς το ιδεολογικο-πολιτικό κέντρο και κατάκτησε την κυβέρνηση, αφήνοντας ωστόσο ακάλυπτα τα νώτα της προς τα δεξιά, τηρουμένων των αναλογιών κάτι αντίστοιχο συνέβη με την επιλογή της “γαλάζιας πολυκατοικίας” από το ΛΑΟΣ: σε επίπεδο πολιτικής και στοχεύσεων μετακινήθηκε προς λιγότερο ακραίες θέσεις διεκδικώντας πολιτικό ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή, βρέθηκε όμως εκτεθειμένος απέναντι στην ακροδεξιά σκηνή. Όσο ο ΛΑΟΣ εκπονούσε σχέδια συνεργασίας του με την κυβέρνηση της NΔ αρχικώς, αλλά και μη αποκλείοντας τη συμμετοχή του σε μια κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στη συνέχεια, η ακροδεξιά σκηνή -κυρίως η Χρυσή Αυγή- δημιουργούσε το πλαίσιο της δικής της εγκατάστασης στην κομματική σκηνή. Οι συνθήκες γι’αυτό ήταν σαφώς περισσότερο ευνοϊκές από ό,τι στο παρελθόν: στη δεκαετία του 2000 το διακύβευμα της μετανάστευσης είχε πια ενσωματωθεί στην κεντρική πολιτική ατζέντα και οι αρνητικές γνώμες για τη μετανάστευση είχαν διαχυθεί στο κοινωνικό σώμα. Προς τα τέλη της δεκαετίας, η απήχηση τέτοιων αντιλήψεων εμφάνιζε αυξητικές τάσεις και είχε εμποτίσει ένα σαφώς μεγαλύτερο μέρος του κοινωνικού σώματος από ό,τι αυτό συνέβαινε στην αρχή της.

Χωρίς να εμβαθύνουμε στους λόγους για τους οποίους πολλαπλασιάστηκαν οι αρνητικές γνώμες για τη μετανάστευση και τους μετανάστες μέσα σε μια 10ετία, γεγονός είναι ότι -στο πλαίσιο της κομματικής αγοράς και με δεδομένη τη μεταστροφή του ΛΑΟΣ προς λιγότερο ακραίες θέσεις- η ζήτηση αντιμεταναστευτικών πολιτικών και θέσεων ήταν πλέον μεγαλύτερη από την υπάρχουσα κομματική προσφορά. Τη ζήτηση αυτή επιδίωξε να καλύψει η Χρυσή Αυγή, μια πολιτικά περιθωριακή, ακραία δεξιά (νεοφασιστική) οργάνωση, τα εκλογικά ποσοστά της οποίας, οσάκις στο παρελθόν είχε συμμετάσχει σε εκλογές (1994, 1996, 2009), υπήρξαν χαμηλότερα της μισής ποσοστιαίας μονάδας. Στις πρόσφατες δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές (Νοέμβριος 2010), ωστόσο, εντύπωση προκάλεσε το διόλου ασήμαντο εκλογικό ποσοστό του 5,3% που συγκέντρωσε ο συνδυασμός της Χρυσής Αυγής στο Δήμο της Αθήνας και η υψηλή απήχηση που βρήκε σε υποβαθμισμένες συνοικίες του κέντρου, καθώς και σε συνοικίες βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά του κέντρου της πρωτεύσουσας.  Πρόκειται για περιοχές, σε αρκετές από τις οποίες παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση μεταναστών – σε ορισμένες από αυτές, στις οποίες το εκλογικό ποσοστό της Χρυσής Αυγής είναι διψήφιο (10+), οι αλλοδαποί αποτελούν το 1/3 και πλέον των κατοίκων τους. Συγχρόνως πρόκειται για περιοχές που έχουν τα χαρακτηριστικά “εκλογικού κάστρου” του ΛΑΟΣ: έτσι χαρακτηρίζουμε εκλογικά διαμερίσματα της Αθήνας, στα οποία το ποσοστό ψήφων που είχε συγκεντρώσει ο ΛΑΟΣ και στις τρεις βουλευτικές εκλογές που προηγήθηκαν, ήταν υψηλότερο του μέσου εκλογικού ποσοστού του στο Δήμο της Αθήνας. Με δεδομένο το γεγονός ότι ο ΛΑΟΣ δεν μετέσχε στις εκλογές του Νοεμβρίου 2010 με δικό του υποψήφιο, αλλά στήριξε τον υποψήφιο δήμαρχο της NΔ, η μετακίνηση ψηφοφόρων του ΛΑΟΣ προς τη Χρυσή Αυγή διευκολύνθηκε σημαντικά τόσο από την απουσία υποψηφίου από το χώρο της κοινοβουλευτικής άκρας δεξιάς, όσο και από την υπάρχουσα δυσαρέσκεια για τις πολιτικές και ιδεολογικές ακροβασίες του ΛΑΟΣ. 

ΛΑΟΣ και Χρυσή Αυγή λειτούργησαν ως συγκοινωνούντα δοχεία στην εκλογική αναμέτρηση του Νοεμβρίου 2010, στις περιοχές με υψηλά ποσοστά αλλοδαπών ή/και με έντονη παρουσία της Χρυσής Αυγής στην τοπική κοινωνία. Η ψήφος στη Χρυσή Αυγή προέκυψε από τη σύμπτωση αυτών ακριβώς των παραγόντων: i) υψηλά ποσοστά μεταναστών σε υποβαθμισμένες περιοχές της πόλης, ii) τάση στο εκλογικό σώμα υπέρ της υποστήριξης ενός κόμματος του ακραίου δεξιού χώρου και iii) παρουσία της Χρυσής Αυγής στην τοπική κοινωνία. Μάλιστα, ο τελευταίος παράγοντας υπήρξε καθοριστικός, καθώς με την παρουσία της στην τοπική κοινωνία η Χρυσή Αυγή επιδίωξε τη μεγιστοποίηση του φόβου από τη μετανάστευση, ακόμη και εκεί όπου αριθμητικά οι μετανάστες δεν ήταν περισσότεροι από ό,τι στην υπόλοιπη Αθήνα. Πάντως, ως αποτέλεσμα μιας τέτοιας σύμπτωσης παραγόντων, ο εκλογικός συνδυασμός της Χρυσής Αυγής στη ζώνη βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά του κέντρου της Αθήνας συγκέντρωσε διπλάσιο ποσοστό (8,1%) σε σχέση με τη δύναμη του συνδυασμού (4%) στις υπόλοιπες περιοχές της πόλης, στις οποίες δεν συνέτρεξαν οι προαναφερθέντες παράγοντες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: